Ο Ερίκ Καντονά θα μπορούσε να είναι ο Μάρλον Μπράντο του ποδοσφαίρου! Όχι για την γοητεία του αλλά για την ικανότητα του να παίζει. Έτσι απλά. Η απλότητα είναι το τελευταίο βήμα πριν την αθανασία και ο Καντονά την κατέκτησε μένοντας όρθιος. Όρθιος, αγέρωχος, ευθυτενής, περήφανος, με βλέμμα που αιχμαλώτισε τον θαυμασμό, τον σεβασμό και την αποδοχή. Όλα στο βλέμμα σαν και αυτό του Μπράντο. Ο “ατίθασος”, το απόλυτο είδωλο, ήταν απρόβλεπτος, απείθαρχος. Δεν έπειθε ότι μπορεί να παίξει. Μέχρι τη στιγμή που έμπαινε στο πλατό, άναβαν τα φώτα και ο σκηνοθέτης έδινε την εντολή. Τότε, μόνο δέος και θαυμασμός. Ξάφνιασμα για το μέγεθος του ταλέντου και η αποθέωση χωρίς φειδώ. Ο Μπράντο ήξερε, ήταν σίγουρος και το σάστισμα, η έκπληξη δεν τον προσπερνούσε.
Ο σηκωμένος γιακάς !
Ο Καντονά ακόμη και στην ακμή του είχε κάτι που προκαλούσε την αμφισβήτηση, την άρνηση… Ωστόσο, ακόμη και ο τελευταίος και πιο φανατικός αμφισβητίας, μόλις ο διαιτητής έδινε την εντολή σώπαινε. Κι αν από εγωισμό αντιδρούσε, στο τέλος έμενε η αναγνώριση, η αποδοχή. Για πάντα. Ο Καντονά ήξερε, ήταν σίγουρος και μια μέρα του Δεκέμβρη -δεν έχει σημασία η χρονιά- απλά το επιβεβαίωσε. Πώς; Σήκωσε το γιακά της φανέλας, στάθηκε και κοίταξε το κοινό που πανηγύριζε ένα ακόμη γκολ του. Παρά την απόσταση, παρά το πλήθος, είδε τη λατρεία και τη χαρά που έδωσε στα πρόσωπα των απόλυτων κριτών του: των φιλάθλων. Ήταν η στιγμή που η υστεροφημία του είχε “γεννηθεί”, σχηματιστεί, “περπατήσει”. Ήταν η στιγμή που ένα εν ζωή είδωλο κατακτούσε την αθανασία. Μετά απ’ αυτό, ο Γάλλος είχε κερδίσει τον κόσμο και κυρίως τον χρόνο.
Netbet : παίξτε νόμιμα και υπέυθυνα !
Γεννήθηκε τον Μάιο του 1966 στη Μασσαλία. Ο πατέρας του νοσοκόμος και η μητέρα του μοδίστρα. Το δεύτερο από τα τρία παιδιά της οικογένειας. Τα άλλα δύο ήταν ο Ζαν Μαρί και ο Ζοέλ. Η πρώτη ομάδα του ήταν η “SO Caillolais”. Ο τότε πρόεδρος της ομάδας, ο Ιβ Σικουλό, διατείνεται πως από πολύ μικρός ο Καντονά γνώριζε ότι θα γίνει σταρ. Υπερβολή προφανώς, αλλά η εικόνα, ακόμη και σε αυτή την ηλικία, δεν λέει ψέματα. Το δύσκολο είναι να χαράξεις την πορεία, το καβαφικό ταξίδι. Ο Καντονά επηρεάστηκε από το “Ολοκληρωτικό Ποδόσφαιρο” των Ολλανδών και ιδιαίτερα από τον ηγέτη αυτού, τον Γιόχαν Κρόιφ. Αγωνιζόταν με πάθος, αλλά και απλότητα. Η συμβουλή του πατέρα του τον οδηγούσε. “Δεν υπάρχει τίποτα πιο ηλίθιο από έναν ποδοσφαιριστή που νομίζει ότι είναι πιο απαραίτητος από την μπάλα”. Στα 14 ξεχώριζε από τα άλλα παιδιά και δεν δίστασε να γίνει παίκτης- μαθητής- του Γκι Ρου στην Οσέρ.
Στα 22 του η Οσέρ δεν τον κάλυπτε και έτσι αποφάσισε να μετακινήθηκε στην Μαρσέιγ, στη γενέθλια πόλη. Υποτίθεται πως θα ήταν θριαμβευτική επιστροφή, όμως ο Καντονά δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Εξ αυτού έχασε τη θέση του στην Εθνική από τον Ανρί Μισέλ (ομοσπονδιακός τεχνικός) και έχασε τον έλεγχο. Εκνευρίστηκε, εξύβρισε τον Μισέλ και τέθηκε σε διαθεσιμότητα. Ο σύλλογος του δεν τον στήριξε κι αυτό ήταν σημείο καμπής στη σχέση του με το γαλλικό ποδόσφαιρο. Ένιωθε πως δεν τον αγαπούσαν, ένιωθε παρεξηγημένος, μόνος.
Στη Μονπελιέ, όταν συμπαίκτης του τον κατηγόρησε πως απογοήτευσε την ομάδα του πέταξε τα παπούτσια στο πρόσωπο. Η μισή ομάδα ήθελε να τον διώξει, η άλλη μισή να μείνει. Έμεινε και βοήθησε τον σύλλογο να κερδίσει το κύπελλο. Επέστρεψε στη Μαρσέιγ και το 1991 μετακόμισε στη Νιμ. Η Νιμ ωστόσο δεν κάλυπτε τις φιλοδοξίες του και σύντομα η απογοήτευση έγινε θυμός. Σε παιχνίδι με την Σεντ Ετιέν πέταξε την μπάλα στον διαιτητή επειδή θεώρησε ότι αδίκως του καταλογίστηκε φάουλ. Οι ποδοσφαιρικές αρχές τον κάλεσαν σε απολογία και του επέβαλλαν ποινή αποκλεισμού τεσσάρων αγώνων. Η τιμωρία μπορεί να μην ήταν αυστηρή, όμως τα προηγούμενα παραπτώματα θα ήταν πάντα μοχλός πίεσης και τρόπος επίθεσης εναντίον του. Όταν διαμαρτυρήθηκε, ο πρόεδρος της πειθαρχικής τον επέπληξε. Ο Καντονά δεν έδειξε ίχνος μεταμέλειας και θυμωμένος από την αδικία αντιμετώπισε τα μέλη της επιτροπής με μια λέξη: “Βλάκας”, Βλάκας”, “Βλάκας”, Βλάκας”, “Βλάκας”. Η Γαλλία δεν θα τον αποδεχόταν ποτέ. Ας είναι. Αν προοριζόταν για βασιλιάς, μόνο στην Αγγλία θα μπορούσε να γίνει…
Με τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Η σεζόν 1991-92 είναι ιστορική για το αγγλικό ποδόσφαιρο. Είναι η τελευταία πριν η 1η κατηγορία μετονομαστεί σε Premier League, είναι αυτή στην οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα η Λιντς, είναι αυτή στην οποία συστήθηκε στο αγγλικό κοινό ο Ερίκ Καντονά. Και συστήθηκε από την αρχή όπως έπρεπε… Ως Καντονά δηλαδή. Η επιμονή της Σέφιλντ Γουένσντεϊ στο να δοκιμαστεί για μεγαλύτερο διάστημα από όσο είχε αρχικά συμφωνηθεί, έφερε και την αντίδραση του Γάλλου, ο οποίος αρνήθηκε. Και από εκεί και πέρα, με τον Μισέλ Πλατινί να εγγυάται για αυτόν, ήρθε η μεταγραφή στη Λιντς. Στις 8 Φεβρουαρίου 1992, με αντίπαλο την Ολνταμ, ο Γάλλος έκανε το ντεμπούτο του με την ομάδα που πίστευε κάθε εβδομάδα όλο και περισσότερο ότι, ναι, μπορεί να κατακτήσει τον τίτλο. Και τον κατέκτησε. Μια τεράστια επιτυχία, στην οποία όμως η συνεισφορά του Καντονά δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο έχει περάσει προς τα έξω, όσο έχει αποτυπωθεί στο μυαλό όλων. Από τον Φεβρουάριο ως τον Μάιο άρχισε βασικός μόνο σε έξι ματς, έβαλε μόνο τρία γκολ, αλλά έδωσε αρκετές περισσότερες ασίστ και κυρίως έδωσε σε όλους την αίσθηση ότι ήταν αυτός που… ερχόταν. Αυτό θα το έκανε σαφές με το ξεκίνημα της επόμενης σεζόν, 1992-93, όταν έκανε χατ-τρικ στο Charity Shield κόντρα στη Λίβερπουλ, όταν έβαζε το ένα γκολ μετά το άλλο στο πρωτάθλημα, όταν ένιωθε ότι ήταν πλέον το… αφεντικό της ομάδας. Πάνω από όλα, όμως, ήταν η σεζόν στην οποία ο Καντονά θα έπαιρνε μεταγραφή για την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πριν καν έρθουν τα Χριστούγεννα του ’92 . «Είχα κακή σχέση με τον Γουίλκινσον (προπονητής της Λιντς). Δεν αντιλαμβανόμασταν με τον ίδιο τρόπο το ποδόσφαιρο», είπε χρόνια αργότερα ο Γάλλος, ο οποίος είχε ήδη γίνει το είδωλο των οπαδών του Elland Road. Και βλέποντας πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, ο παρατηρητής μπορεί να βγάλει μόνο ένα συμπέρασμα: Ο Καντονά έγινε πρωταθλητής με τη Λιντς, όχι για τη Λιντς, αλλά για να δείξει σε όλους ότι θα ήταν αυτός που θα άλλαζε την ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου με τη φανέλα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Στα πέντε χρόνια του στο Old Trafford, ο Γάλλος έβαλε κάμποσα γκολ, έφτιαξε άλλα τόσα, χάζεψε αρκετούς αμυντικούς, έβγαλε πολλές φορές από τη δύσκολη θέση τους συμπαίκτες του, πανηγύρισε τέσσερα πρωταθλήματα αλλά, πάνω απ’ όλα, γέμισε τις εξέδρες με γαλλικές σημαίες στις οποίες ήταν αποτυπωμένο το πρόσωπο του. «Αυτό που έφερε πάνω από οτιδήποτε άλλο στην ομάδα, ήταν η αυτοπεποίθηση. Προέτασσε το στήθος του, σήκωνε το κεφάλι του, κοιτούσε με αυτό το γνωστό ύφος του και ήταν σαν να ρωτούσε: “Είμαι ο Καντονά. Πόσο σπουδαίος είσαι εσύ;”. Αυτός ήταν ο Ερίκ», είπε κάποτε ο Φέργκιουσον, θέλοντας να τονίσει το πώς αυτός ο υπερόπτης Γάλλος δεν ήταν απλά καλός με την μπάλα στα πόδια, αλλά και στο να ανεβάζει τους γύρω του με την παρουσία του. Ήταν ένας ηγέτης και οι ηγέτες, όπως θα διαπίστωνε και ο Σκωτσέζος προπονητής στη συνέχεια, δεν ακολουθούν. Χαράσσουν μόνοι τους την πορεία τους και ακούν μόνο τη συνείδηση τους. Όταν ο Καντονά ανακοίνωσε την απόφαση του να βάλει τέλος στην καριέρα του το 1997, σε ηλικία 31 ετών, σόκαρε τους πάντες. Ο θρύλος λέει ότι η απόφαση του έγινε δεκτή με… χαρά από τον Φέργκιουσον, ο οποίος είχε αντιληφθεί ότι τα καλύτερα χρόνια το Γάλλου είχαν περάσει, αλλά δεν ήθελε να τον κοντράρει επειδή οι οπαδοί τον λάτρευαν. Όσο έξυπνος κι αν ήταν ο “Φέργκι”, ο Καντονά τον πρόλαβε. Γιατί αν δεν το έκανε, τι King Eric θα ήταν;
Το “λάκτισμα Κουνγκ-φου”
Ο μύθος θέλει τον Ερίκ Καντόνα να επιλέγει ως καλύτερη στιγμή στην καριέρα του την κλωτσιά στον Μάθιου Σίμονς, τον οπαδό της Κρίσταλ Πάλας, τον Ιανουάριο του 1995. “Η καλύτερη μου στιγμή; Έχω πολλές, αλλά αυτή που προτιμώ είναι όταν κλότσησα τον χούλιγκαν”, φέρεται να έχει πει ο Γάλλος. Ακόμη κι αν έχουμε να κάνουμε με κάτι που δεν ειπώθηκε ποτέ, το χτύπημα είναι από μόνο του ηχηρή δήλωση και εκδήλωση του χαρακτήρα του. Λάθος κίνηση; Λάθος. Ψεύτικη; Σε καμία περίπτωση. Το “λάκτισμα Κουνγκ-φου” ανήκει στη σημειολογία του αγγλικού ποδοσφαίρου. Από τις αναρίθμητες εικόνες -σημεία- που παράγει καθημερινά η Πρέμιερ Λιγκ, αυτή έχει περάσει στην ανθολογία των ξεχωριστών, αξέχαστων εικόνων. Η ανάλυση της έχει σημασία διότι απευθύνεται στον πυρήνα του κόσμου του ποδοσφαίρου, στη σχέση δηλαδή του θεατή με το αποτέλεσμα κι αυτόν που το παράγει. Επιπλέον, συμβάλλει στην αναγνώριση (και κατανόηση) του τρόπου επικοινωνίας του Καντονά με το άθλημα και το κοινό. Το κοινό που το άθλημα έχει ανάγκη, μια και χωρίς αυτό δεν μπορεί -ουσιαστικά- να υπάρξει.
Η αναμέτρηση στο “Selhurst Park”, έδρα της Κρίσταλ Πάλας, είχε σημασία, καθώς με νίκη οι “Κόκκινοι Διάβολοι” θα επέστρεφαν στην κορυφή της βαθμολογίας. Ο Καντονά ήταν ο εύκολος στόχος για τους αντιπάλους, ποδοσφαιριστές και οπαδούς. Εύκολος γιατί δεν κρυβόταν. Από τους συναθλητές λόγω του πηγαίου ταλέντου και της ατίθασης έκφρασης του και από τους οπαδούς λόγω χαρακτήρα. Ο Καντονά ήταν ο παίκτης που λάτρευες να μισείς. Όλα όμως έχουν όριο και ο Ρίτσαρντ Σο ήταν αυτός που προσπάθησε να το αγγίξει. Ο σέντερ μπακ της Πάλας ανέλαβε να μαρκάρει τον Γάλλο και μάλλον το παράκανε. Ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, στην αυτοβιογραφία του, έχει πει πως “η ανικανότητα του Άλαν Γουίλκι (σ.σ διαιτητής) να σταματήσει την επαίσχυντη αντιμετώπιση από τους δύο κεντρικούς αμυντικούς κατέστησε αναπόφευκτους τους μπελάδες”.
Ο χρόνος σταματά στο 48ο λεπτό. Ο Σο διεκδικεί την μπάλα μετά από βολέ του Σμάιχελ, τερματοφύλακα της Γιουνάιτεντ. Έρχεται σε επαφή με τον Καντονα, ο Γάλλος πάνω στα νεύρα του τον κλωτσά. Δέχεται κόκκινη κάρτα και οδεύει, μαζί άνθρωπο της Γιουνάιτεντ, στα αποδυτήρια. Ξαφνικά σταματά και στρέφει την προσοχή του στην κερκίδα. Το βλέμμα του ηλεκτρισμένο και όλοι όσοι ήταν εκεί ήξεραν ότι κάτι θα γίνει. Ο Σίμονς έχει κατεβεί κοντά στο διάδρομο και προπηλακίζει τον Καντονά. Όλα καλά μέχρι εκεί, ελεγχόμενα. Τη στιγμή όμως που αποκάλεσε τη μάνα του “γαλλίδα πόρνη” κανείς δεν μπορούσε να τον κρατήσει.
Η τιμωρία !
Η ομάδα τιμώρησε τον παίκτη με τέσσερις μήνες αποβολή και πρόστιμο 20 χιλιάδων λιρών. Η ποδοσφαιρική ομοσπονδία όμως επέκτεινε τον αποκλεισμό στους εννιά μήνες και πρόσθεσε 10 χιλιάδες πρόστιμο. Η υπόθεση φτάνει στο Ειρηνοδικείο. Ο Καντονά δηλώνει ένοχος και ο δικαστής του ανακοινώνει την ποινή: δύο βδομάδες φυλάκιση! Μάλιστα, η ποινή έπρεπε να εκτελεστεί άμεσα! Όσοι ήταν στην αίθουσα, σάστισαν. Κανείς δεν περίμενε τέτοια εξέλιξη. Τη μια στιγμή ο Καντονά ήταν ελεύθερος και την άλλη οδηγούνταν στο κελί! Η νομική ομάδα της Γιουνάιτεντ κατέθεσε άμεσα αίτημα για εγγύηση και αυτό απορρίφθηκε. Στράφηκαν τότε σε ανώτερη δικαστική βαθμίδα (Crown Court) και εκεί κατέθεσαν έφεση και αίτημα για καταβολή εγγύησης. Ο δικαστής δίνει άδεια για εγγύηση και ορίζει την εκδίκαση της έφεσης την επόμενη εβδομάδα. Ο Καντονά ήταν και πάλι ελεύθερος μετά από τρεισήμισι ώρες. Ο Γάλλος εκφράζει το παράπονο του λέγοντας πως η απόφαση του ειρηνοδίκη “είναι εσφαλμένη και αντίθετη με τη βούληση του Κοινοβουλίου”. Τελικά, καταδικάζεται σε 120 ώρες κοινωνικής εργασίας. Η Γιουνάιτεντ οργανώνει συνέντευξη Τύπου και τότε ο Καντονά λέει την περίφημη αινιγματική του φράση: “Όταν οι γλάροι ακολουθούν την τράτα είναι επειδή νομίζουν ότι σαρδέλες θα ριχθούν στη θάλασσα”.
Πηγή : BBC
email > info@tipsmaker.net